φελλάχος

φελλάχος
ο , φελλάχα η феллах

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φελλάχος" в других словарях:

  • φελλάχος — ο, θηλ. φελλάχα, Ν βλ. φελάχος …   Dictionary of Greek

  • βλάχος — Ολόστεο ψάρι της τάξης των περκομόρφων, της οικογένειας των σερρανιδών. Ονομάζεται επιστημονικά πολυτφίων ο πρηνής.Είναι μεγαλόσωμος (το μήκος του φτάνει τα 2 μ. και το ύψος του τα 70 εκ.), έχει σχήμα ωοειδές και καλύπτεται από αγκαθωτά λέπια. Η… …   Dictionary of Greek

  • φελάχος — και παλ. τ. φελλάχος, ο, θηλ. φελάχα και παλ. τ. φελλάχα, Ν (στην Αίγυπτο) αγρότης, χωρικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. fellah < αραβ. fallāh «γεωργός»] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»